Το αγροτικό τοπίο της Τήνου αποτελεί μοναδική περίπτωση στο Αιγαίο, καθώς πρόκειται για ένα από τα πιο εντατικά καλλιεργημένα τοπία στις Κυκλάδες.
Οι ξερολιθιές, δηλαδή η τέχνη της τοιχοποιίας χωρίς κανένα συνδετικό υλικό, πλαισιώνουν την κοπιώδη προσπάθεια των κατοίκων, σχηματίζοντας αναβαθμίδες, κελιά, περιστεριώνες, μύλους, αρδευτικά συστήματα και στράτες που ένωναν όλα τα χωριά μεταξύ τους.
Το 2018 υπήρξε μια πολύ σημαντική χρονιά για το νησί, αφού η UNESCO ανακήρυξε την τέχνη της ξερολιθιάς ως παγκόσμιο μνημείο άξιο αναγνώρισης, ανάδειξης και προστασίας. Το τηνιακό τοπίο διαθέτει ένα εκτενέστατο δίκτυο δρόμων πρόσβασης στους οικισμούς, τις ιδιοκτησίες και τα αναρίθμητα αγροτικά κτίσματα, τίποτα από αυτά όμως δεν στέκει ανεξάρτητο. Οι περιστεριώνες, οι δρόμοι που τους δίνουν πρόσβαση, οι πεζούλες πάνω στις οποίες στηρίζονται, όλα αποτελούν ένα αναπόσπαστο σύνολο.
Το ξερολιθικό τοπίο υπήρξε ένα γιγαντιαίο έργο υποδομής που επέτρεψε στους ντόπιους να ζήσουν και να επιβιώσουν, συγκρατώντας τα επικλινή εδάφη χρησιμοποιώντας τα φυσικά υλικά που έβρισκαν γύρω τους.
Το ξερολιθικό τοπίο υπήρξε ένα γιγαντιαίο έργο υποδομής που επέτρεψε στους ντόπιους να ζήσουν και να επιβιώσουν, συγκρατώντας τα επικλινή εδάφη χρησιμοποιώντας τα φυσικά υλικά που έβρισκαν γύρω τους. Αυτό το αξιοθαύμαστο έργο, που ολοκληρώθηκε μέσα σε αρκετούς αιώνες, αποτελεί σήμερα το σκηνικό της σύγχρονης ζωής και τον καμβά μέσα στον οποίο κάτοικοι και επισκέπτες καλούνται να δράσουν.
Μπορεί να μη γνωρίζουν όλοι οι επισκέπτες την ιστορία του, όμως ελάχιστοι μένουν ασυγκίνητοι μπροστά στην ενέργεια που εκπέμπει το τοπίο, εμποτισμένη με τις εκατοντάδες χιλιάδες εργατοώρες που ξόδεψαν οι ντόπιοι για να σμιλέψουν τον τόπο τους. Τι σημαίνει όμως για το μέλλον του τόπου το γεγονός ότι κληρονομήσαμε έναν χειροποίητο – και κατά συνέπεια εύθραυστο – τόπο, χωρίς να κληρονομήσουμε τη δεξιότητα της πρακτικής που το δημιούργησε;
Το αδιαμφισβήτητο αριστούργημα του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης αξίζει απόλυτα τη φήμη του ως ένα από τα σημαντικότερα δείγματα αρχαίας χαλκοπλαστικής – τίποτα δεν συγκρίνεται, ωστόσο, με την εμπειρία τού να το θαυμάσει κανείς από κοντά.
Η ιστορία μιας γυναικείας μούμιας του 4ου αιώνα μ.Χ., με αναλλοίωτη την καστανή κοτσίδα της και ένα χρυσοποίκιλτο μεταξωτό ύφασμα να τη συνοδεύει στο αιώνιο ταξίδι της, αποκαλύπτει ένα εύρημα εξαιρετικά σπάνιο για τον ελλαδικό χώρο.
Το ρωμαλέο μαρμάρινο αρχαϊκό λιοντάρι που δεσπόζει στο Αρχαιολογικό Μουσείο Κυθήρων πέρασε μια σωστή οδύσσεια, αλλάζοντας διαρκώς χέρια και τόπους κατοικίας, προτού βρει επιτέλους την πολυπόθητη μόνιμη στέγη του.